- μετειλήφαθ'
- μετειλήφατο , μεταλαμβάνωhaveplup ind mp 3rd pl (epic ionic)μετειλήφατε , μεταλαμβάνωhaveperf ind act 2nd plμετειλήφαται , μεταλαμβάνωhaveperf ind mp 3rd pl (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.